Μέσα στη ζέστη του μεσημεριού είχε γείρει το κεφάλι της προς τα πίσω στην πολυθρόνα της κι ένιωθε τα μάτια της να γλαρώνουν από μια γλυκιά νύστα. Μόλις όμως βρέθηκε στο μεταίχμιο μεταξύ ύπνου και πραγματικότητας, μια γνώριμη βαριά μυρωδιά την τύλιξε, πλημμυρίζοντας τα ρουθούνια και τον λαιμό της: βανίλια και μπαχαρικά… το άρωμα της Εύας! Στη σκέψη αυτή η γυναίκα απόδιωξε τον ύπνο και τινάχτηκε όρθια. Φανερά ταραγμένη, κοίταξε ολόγυρά της. Τίποτα. Η φύση ηρεμούσε. Μπήκε στο καθιστικό κι έψαξε κάθε γωνιά του, όπως επίσης και τη μικρή σκάλα, όπου είχε δει την τσιγγάνα να στέκεται, αλλά και τη σοφίτα. Δεν βρήκε τίποτα ασυνήθιστο. Κάπως πιο ήρεμη γύρισε στη θέση της.
- Ο μήνας έχει δεκαεπτά! μονολόγησε, σήμερα κλείνουν ακριβώς δύο μήνες από το τροχαίο… το υποσυνείδητο κραυγάζει…. προσπάθησε να δώσει μια επιστημονική ερμηνεία για να μην τρελαθεί από τον τρόμο. Κι αυτά τα χάπια την είχαν κάνει πια κουρέλι, αλλά της ήταν αδύνατο να κοιμηθεί μόνη. Όχι ακόμα, ήταν νωρίς και τα γεγονότα νωπά…. Αρκεί να μην ήταν προμήνυμα και για νέα συμφορά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου